Σελίδες

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2015

ποίηση- στοχασμοί


Σπουδή σ την αιωνιότητα
 
«Στεφάνια από λεμονανθούς την άνοιξη αναγγέλλουν
κόρες λιγνές, ροδόχρωμες στα ξέφωτα, στον κάμπο
φθόγγοι Θεού  ανάγλυφοι κρέμονται στον αγέρα
τ’ αηδόνι ο κορυδαλλός, χελιδόνι, η καρδερίνα
πνοή απάνω στα νερά, στα πέλαγα, στα όρη,
κυκλάμινα, υάκινθοι, ροδιές, η ανεμώνη
βλάστησης πνεύμα αθάνατο κατορθωμένη η δόξα
καινούρια γης, καινούριο φως, καινούριο μεσημέρι».
 
Η Αντιγόνη, η Μυρτώ, Ελένη, η Πηνελόπη
την αντριγειά να καρτερούν να στέσουν την πατρίδα
 στον έφηβο, στον αθλητή, ακρίτα, στον οπλίτη
στις μελωδίες των νερών και σ' ευωδιές του αγέρα
 η  αγράμπελη, η καρυδιά, ο ευκάλυπτος, το κίτρο.
Χριστός Ανέστη αντηχεί στο Πάσχα των Ελλήνων
 ο γιος που ανασταίνεται στην κούνια και τανύζει
 των ουρανών μας το σπαθί καρφώνοντας στο χώμα.
Αερικό θαλασσινό σφιχτά κρατεί στη χούφτα
ζωής τον μέγα κόχυλα, το αιώνιο να σαλπίζει
στην Κρήτη, στ' αρχιπέλαγος του Αιγαίου, στην Ιθάκη
με τον πουνέντε, όστρια, μαίστρο, τον λεβάντε
ψηλά σταυρώνει τ' άρματα η αντριγειά στον ήλιο
κι ο βασιλιάς Αλέξανδρος ορθός προϋπαντώντας
Θεό που έφηβος ξανά πατεί ξανθά ακρογιάλια
στην Δήλο και στην Ικαριά, στην Ηώ, στην Σαντορίνη.
Αιόλου οι κρουστοί ασκοί ανοίγοντας τη μέρα
ρυθμοί ζωής να χύνονται ως τ' άκρα της πατρίδας δώδεκα γιοί οι κεραυνοί, δώδεκα θυγατέρες
 οι καταρράκτες τ' ουρανού, το θείο πετιμέζι.
Θεού στο μέτωπο η πληγή του Προμηθέα λάμπει


περίσσεια όμορφη η γης, η θάλασσα, τα ουράνια

το άγιο δισκοπότηρο, ο άρτος των αγγέλων,

η Αγαπώ που απλώνοντας τα κρινοδάχτυλά της

ψυχή μου φέρει ευωδιές στου ουρανού την μέθη.

Χαρά να σφίγγεις τον καρπό στο λατρεμένο χέρι
σύμπαντος ρίγη εωθινά στο άγγιγμα της γυναίκας
η αίσθησή της στον καιρό ζωή αντιστηλώνει
την άνοιξη αναγγέλλοντας στον πόνο της ψυχής μου.
 
-Εγώ΄μαι κόρη  στεριανή, στην άκρα της ψυχής μου
 γλυκύς απόθεσε Θεός  τον άρτο και τον οίνο.
Έλα, Νυμφίε, κράζει η γης, τα διψασμένα χείλη
ζητούν τ΄ αθάνατο νερό στης  χαραυγής  το άστρο
που τ΄ άγιο φως  του άπλωσε στον  ήχο της καμπάνας
Ήλιε, τρισήλιε φάνηκαν θαμπά τ' ακρόγιαλα της Κρήθης.
                 
Μανώλης Μαρκάκης (1942-2001)
       « Το τραγούδι της φωτιάς» σελ. 36
 
Σημειώσεις:
1. Η παραχώρηση και η μετατροπή του σε πολυτονικό
 πραγματοποιήθηκε από την αδελφή του κ. Κλειώ Λούμου-Μαρκάκη

2.                Συγγράμματα του Μανώλη Μαρκάκη  βρίσκονται στη Βιβλιοθήκη

 του Δήμου Μοιρών, Βικελαία  και σε πλήθος άλλες Δημόσιες  και Δημοτικές

Βιβλιοθήκες  της Ελλάδας και του Εξωτερικού. 

 

Αντίλαλος 6/4/2010

 


 
- Μελετώ την ανθρώπινη ομάδα για να φτάσω στον άνθρωπο, ν’ ανακαλύψω την φλόγα που τον καίει ή που τον σπρώχνει να δρα, να προσδιορίσω την μαθηματική  καμπύλη της, την ένταση και την φορά, της τους νόμους της.
    
         MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
 
-Μελετώ, γράφω, στοχάζομαι και  αφρουγκάζομαι ήρεμα το ποδοβολητό της πράξης, μαχόμενος να δώσω ένα καινούργιο νόημα στη ζωή κι ένα καινούργιο νόημα στο θάνατο.
 
         MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
-Χαρά να αγκρίζεις το μυαλό σου να βιώνει την παγκοσμιότητά του, διαρρηγνύοντας και ανασυνθέτοντας την ιστορική επιφάνεια χωρίς να ξεριζώνεται, ούτε να αποσπάται, ούτε να αποσκιρτά από το έδαφος της Εθνικής Πατρίδας.
 
         MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
-Χαρά να ακροάσαι την καρδιά του ανθρώπου να αντιστέκεται στον αγώνα του μυαλού να εξαντικειμενικεύσει την έσχατη ουσία των πραγμάτων, να την υποτάξει στην αιτιοκρατία και να την αφανίσει. 
            MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
 
 -Χαρά να προσπερνάς το άνυδρο φαράγγι του μυαλού και ν’ αδράχνεσαι από τις δασές ρίζες της Ύπαρξης που μάχεται να βρη την αυθεντικότητά της αστροβολιζόμενη στα χείλη του Μεγάλου Γκρεμού όπου η αθωότητα βιώνεται, σαν αγωνία γι αυτό που θα έρθει και η ελευθερία σαν το έσχατο σύνορο της δυνατότητας και αυτού που έχει πραγματοποιηθεί και να συγκεντρώνεσαι στην μοναξιά σου ισχυρός, νηφάλιος, υπεύθυνος πολεμώντας να συμφιλιώσεις το δυνατό με αυτό που υπάρχει,  το είναι με αυτό που ακόμα δεν είναι, την εφήμερη προπαίδευση της ζωής, με την εμπειρία του Μεγάλου ανέκκλητου θανάτου.
MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
 
-Χαρά να χαιρετάς τους στρατολάτες του Θεού που ξεκινούν χαράματα για τον μεγάλο Ανήφορο και ν’ ανεμίζεσαι την μάζα των ανθρώπων που έρχεται, ακούγοντας τα βήματα του μεσημεριού να ζυγώνουν, τότε που οι νεκροί δεν επιστρέφουν πια και ο άνθρωπος, η αρετή και η ελπίδα χάνουν για πάντα τον ίσκιο τους και να μη φοβάσαι, ούτε να παραδίνεσαι, αλλά να σηκώνεις κεφάλι στο χάος μαχόμενος ν’ αναστήσεις την ανθρώπινη ατομικότητα δίνοντας ένα καινούργιο νόημα στη ζωή και ένα καινούργιο νόημα στο θάνατο.
 MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
 
 -Ο ήλιος βασιλεύει σε λίγο πια θα ξεδιψάσεις φλεγόμενη καρδιά μου. Ο αγέρας αρχίζει να δροσερεύει νοιώθω τις αναπνοές από άγνωστα στόματα το μέγα κρύο κατεβαίνει. Ο αγέρας είναι ήσυχος και άγιος δεν μού ριξε Τγοητευτική βάστα δυνατά ω γενναία καρδιά μου μη ρωτάς το γιατί ω δειλινό της ζωής μου. Ο ήλιος βασιλεύει.
 MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
- Μελετώ την ανθρώπινη ομάδα για να φτάσω στον άνθρωπο, ν’ ανακαλύψω την φλόγα που τον καίει ή που τον σπρώχνει να δρα, να προσδιορίσω την μαθηματική  καμπύλη της, την ένταση και την φορά, της τους νόμους της.
    
         MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
 
-Μελετώ, γράφω, στοχάζομαι και  αφρουγκάζομαι ήρεμα το ποδοβολητό της πράξης, μαχόμενος να δώσω ένα καινούργιο νόημα στη ζωή κι ένα καινούργιο νόημα στο θάνατο.
 
         MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
-Χαρά να αγκρίζεις το μυαλό σου να βιώνει την παγκοσμιότητά του, διαρρηγνύοντας και ανασυνθέτοντας την ιστορική επιφάνεια χωρίς να ξεριζώνεται, ούτε να αποσπάται, ούτε να αποσκιρτά από το έδαφος της Εθνικής Πατρίδας.
 
         MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
-Χαρά να ακροάσαι την καρδιά του ανθρώπου να αντιστέκεται στον αγώνα του μυαλού να εξαντικειμενικεύσει την έσχατη ουσία των πραγμάτων, να την υποτάξει στην αιτιοκρατία και να την αφανίσει. 
            MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
 
 -Χαρά να προσπερνάς το άνυδρο φαράγγι του μυαλού και ν’ αδράχνεσαι από τις δασές ρίζες της Ύπαρξης που μάχεται να βρη την αυθεντικότητά της αστροβολιζόμενη στα χείλη του Μεγάλου Γκρεμού όπου η αθωότητα βιώνεται, σαν αγωνία γι αυτό που θα έρθει και η ελευθερία σαν το έσχατο σύνορο της δυνατότητας και αυτού που έχει πραγματοποιηθεί και να συγκεντρώνεσαι στην μοναξιά σου ισχυρός, νηφάλιος, υπεύθυνος πολεμώντας να συμφιλιώσεις το δυνατό με αυτό που υπάρχει,  το είναι με αυτό που ακόμα δεν είναι, την εφήμερη προπαίδευση της ζωής, με την εμπειρία του Μεγάλου ανέκκλητου θανάτου.
MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
 
-Χαρά να χαιρετάς τους στρατολάτες του Θεού που ξεκινούν χαράματα για τον μεγάλο Ανήφορο και ν’ ανεμίζεσαι την μάζα των ανθρώπων που έρχεται, ακούγοντας τα βήματα του μεσημεριού να ζυγώνουν, τότε που οι νεκροί δεν επιστρέφουν πια και ο άνθρωπος, η αρετή και η ελπίδα χάνουν για πάντα τον ίσκιο τους και να μη φοβάσαι, ούτε να παραδίνεσαι, αλλά να σηκώνεις κεφάλι στο χάος μαχόμενος ν’ αναστήσεις την ανθρώπινη ατομικότητα δίνοντας ένα καινούργιο νόημα στη ζωή και ένα καινούργιο νόημα στο θάνατο.
 MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
 
 -Ο ήλιος βασιλεύει σε λίγο πια θα ξεδιψάσεις φλεγόμενη καρδιά μου. Ο αγέρας αρχίζει να δροσερεύει νοιώθω τις αναπνοές από άγνωστα στόματα το μέγα κρύο κατεβαίνει. Ο αγέρας είναι ήσυχος και άγιος δεν μού ριξε Τγοητευτική βάστα δυνατά ω γενναία καρδιά μου μη ρωτάς το γιατί ω δειλινό της ζωής μου. Ο ήλιος βασιλεύει.
 MAΝΩΛΗΣ ΜΑΡΚΑΚΗΣ
                « O ΑΚΡΙΤΑΣ»
 
………………………………………..
         Ο Όμηρος στον Διγενή
«Χαρά Ελένη  της ζωής  το άχραντο μεθύσι
μαντάτο μέγα ακουμπώ στην τσόχινη ποδιά σου
τα λαύρα  μάτια  σου κρατούν  την σιγουριά  τσ’  Ελλάδας».
.......................................................................
«Παιδιά,  η Ελλάδα φάνηκε,την έφερε η Ελένη
γλυκειά  μου στην παλάμη σου Ελλάδα παραδίδω
να την κρατήσουμε αγκαλιά  μη σβύσει και χαθούμε».  
............................................................................
« Γιέ μου, καλή πατρίδα, στο νησί σε καρτερά γυναίκα
γενναία, μακρυά μαλλιά, δεμένα στο μαντήλι
κι είναι Ελλάδα ο γυρισμός, Ελλάδα η θεία μέρα
 γυναίκα, γιο και σπιτικό στην αγκαλιά να σφίξεις.
 Δαίμονες, Σκύλες, Χάρυβδες, ψυχή, σκαρί π' αντέχει
 αχός γλυκύς το πρωινό, θροΐζει το λιοστάσι» .
.................................................
……………………………………………….
 
 
«Χαρά Ἑλένη  τῆς ζωῆς  τό ἄχραντο μεθύσι
μαντάτο μέγα ἀκουμπῶ στήν τσόχινη ποδιά σου
τα λαύρα  μάτια  σου κρατοῦν  τήν σιγουριά  τσ’  Ἑλλάδας».
.......................................................................
«Παιδιά,  ἡ Ἑλλάδα φάνηκε,τήν ἔφερε ἡ Ἑλένη
γλυκειά  μου στήν παλάμη σου Ἑλλάδα παραδίδω
νά τήν κρατήσουμε ἀγκαλιά  μή σβύσει καί χαθοῦμε».  
............................................................................
« Γιέ μου, καλ πατρίδα, στό νησί σ καρτερ γυναίκα
γενναία, μακρυ μαλλιά, δεμένα στ μαντήλι
κι εναι λλάδα γυρισμός, λλάδα θεία μέρα
 γυναίκα, γι κα σπιτικ στν γκαλι ν σφίξεις.
 Δαίμονες, Σκύλες, Χάρυβδες, ψυχή, σκαρ π' ντέχει
 χς γλυκς τ πρωινό, θροΐζει τ λιοστάσι» .
.................................................
Μανώλης Μαρκάκης (Απόσπασμα από το υπό έκδοση  έπος του «Ο ΑΚΡΙΤΑΣ»
 
…………………………………………………………
-«Θωρεί την Κρήτη να γεννά και ν’ ανασταίνει μνήμες
και να προγκά στην ερημιά τ’ ανέραστου πελάγου
κι όλο τον κόσμο στο ταψί,τα τέσσερα σημεία
που ξεκινούσε ο άνθρωπος με τους Θεούς στο χέρι
μαύρους ή  άσπρους ή ωχρούς μ’ αγριεμένα μάτια
αναζητώντας τον σκοπό στο πύρινο γιοφύρι.
Πού παν,ρωτά ο Διγενής,κι αντιζυγά το χρέος,
Γλυκύς ο πόνος της ψυχής,θρασά του νου τα γένια,
Θεοί γυρεύουν πόλεμο ν’αρμόσουνε την τάξη.
Μουγκρίζει ο νους μες στους δρυμούς, στα σκοτεινά κελλάρια,
Κίνδυνο ανεμίζεται μεγάλο να πλακώνει
Μαντρώνοντας τη λευτεριά,πατώντας την ελπίδα,
Τον άνθρωπο αφήνοντας σφαχτάρι του καιρού του.
Βαρειά εγένη η ψυχή,λαβώθηκε το σώμα,
Χάθηκε η ανάμνηση πως ήρθαμε τη νύχτα.
Βρυχάται ο αγέρας το πρωι,τα νέφαλα πληθαίνουν
Και δεν προγκά ο ουρανός το είναι του ανθρώπου.
Όμπρός,αδέρφια,όρθιοι,σαλπάρουμε στο κύμα
Πατρίδα να γυρέψουμε,ένα δικό μας ήλιο
Που να αστράφτει την αυγή,να λυώνει μες το γιόμα
Και να προγκίζει τη νυχτιά,πριν έρθει και πλακώσει.
Μαζί σας πάρετε άρματα,φυλάχτε τις κασσέλες
Που κρύβουνε τους θησαυρούς απ’ τη μεγάλην ώρα,
Καλό’ ναι, αδέρφια,το φευγιό,καλό ναι το ταξίδι,
Τα σύνορα να φτάσουμε,να σκίσουμε τη νύχτα
Και να γροικήσουμε της γης το μέγα μοιρολόι»
……………………………………….
«-Ακρίτα μου πώς άσπρισαν, πώς βούλιαξαν τα μάτια
λάμπει φαρδύ το μέτωπο με τη μεγάλη ιδέα
ο χρόνος στραφτοβόλησε στο κύμα των μαλλιών σου
που ψάρηναν στις  αστραπές, που πέσανε στον ήλιο
στα φρένα σου λαμποκοπά πελώρια η Ελένη,
λούζεται η  Κρήτη στο νερό, σμιλεύεται στο κύμα
οι κάμποι της, τ' αμπέλια της, τα ξέφραγα ρουμάνια
ν’ είσαι έτοιμος να φύγουμε για τα βαθειά πελάγη.
Ωχού   Ακρίτα μου ο νους που σε κρατά στο χώμα
η Έλενη όμως σε καλεί για να ξαναπλωρίσεις.
Ο χάρος δε σε λύγισε στα πέτρινα τ' αλώνια
του Ψηλορείτη τις κορφές που σε αντροκαλούσε ,
ήταν τραχύ το πάλεμα, κι ήταν βαρειά τα ζάλα
έτρεμε η Κρήτη απ' τους βυθούς και θόλωνε ο αγέρας
τα χείλη,  ο Γεροπόταμος ξέχειλος σ’     ακουμπούσε
 δροσιά απ’ το κρούσταλλο νερό που έτρεχε στον κάμπο,
φράζαν  το ψυχοπάλεμα ριζίτικα τραγούδια
βοσκοί γεμίζαν τις πλαγιές με τις ασκομαντούρες
δεν πρόδωσες την φύτρα σου, δεν ντρόπιασες την Κρήτη
 ω Διγενή που μάχεσαι και σπρώχνεις την   Ελλάδα
να βρει τον ήλιο στον γκρεμό, ν' αρπάξει το πεζούλι
να μη χαθεί, να μη χαθείς στα όρια του καιρού σου.
Καράβι ας αρμόσουμε απ' του δρυμού τα ξύλα
να σκίσουμε τις θάλασσες, να σπάσουμε το χρόνο
να φτάσουμε όπου ο άνθρωπος δεν γίνεται να φτάσει
να δούμε αυτό που δεν μπορούν να δουν ανθρώπου μάτια
το μέγα τούτο μυστικό, το νόημα του κόσμου:
 εγώ κι εσύ κι ο θάνατος κι η Κρήτη είμαστε έναι».
…………………………………………………….
(Αποσπάσματα )
Στο ποίημα παρουσιάζεται ένα πραγματικό πανόραμα στιγμών, όπως συμπυκνώνονται στην πνευματική συνείδηση των φορέων του, ιδωμένες κάτω από το πρίσμα μίας αυθεντικής φιλοσοφικής σύνθεσης για τον άνθρωπο και τη σχέση του με τον κόσμο, τη ζωή και την αλήθεια.
 Ο  Μανώλης Μαρκάκης τη χειρόγραφη «Εισαγωγή –Πρόλογο»    του ΑΚΡΙΤΑ επιγράφει «ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΕΝΟΣ ΕΠΟΥΣ» σε μονοτονική γραφή παρ’όλο που υποστήριζε με πάθος και χρησιμοποιούσε την πολυτονική  στα βιβλλια-δημοσιρύσεις και γραπτά του.
Η  «Εισαγωγή –Πρόλογος» του ΑΚΡΙΤΑ, είναι ένα  ξεδίπλωμα  σκέψεων και συναισθημάτων  του,   που τον κυοφόρησαν.
 «Δεν ξέρω ακόμη πώς άρχισα να συνθέτω το έπος του ΑΚΡΙΤΑ.
Ήταν άραγε η λαχτάρα μου να πάρω τον ήρωα του Ελληνικού Βυζαντίου που για αιώνες συγκρατούσε την φριχτή προέλαση της Ασίας και να τον θέσω στα σύνορα του συγκαιρινού προβληματισμού μας αλλά και των προβληματισμών όλων των καιρών; Ασφαλώς το πνεύμα απειλήθηκε και απειλείται από δυνάμεις που το αρνούνται ή προσπάθησαν να το αρνηθούν.
Ήταν άραγε ο αγώνας μου, μέσα στον Ακρίτα, να δώσω μορφή σε απόλυτα προσωπικά μου βιώματα που συγκεντρώθηκαν μέσα μου στην πορεία του χρόνου κι ακολουθώντας τα ίχνη του ιστορικού πνεύματος;
 Ίσως και τα δύο ετούτα.
Ήξερα όμως ότι άρχισα να συνθέτω ένα απόλυτο προσωπικό έργο μου.
Προσπάθησα να βάλω τάξη στα βιώματα της ψυχής μου που αρδεύτηκαν μέσα στον χρόνο και στις περιπαθείς εμπειρίες μου με τις παγκόσμιες θρησκείες, τα φιλοσοφικά συστήματα και τα ιστορικά γεγονότα. Ο Ακρίτας μεταφέρει την δόνηση του ελληνικού πνεύματος αλλά και κάθε πνεύματος που ανδρώθηκε ύστερα από αυτό, στις περιοχές των άκρων όπου ο άνθρωπος τάσσεται να βιώσει το χάος, τον κίνδυνο και την μοναξιά του χωρίς κατάληξη, ούτε και δυνατότητα διαφυγής.
Αν συνθέτω το έπος του Ακρίτα σε δεκαπεντασύλλαβο δεν είναι μόνο για να φέρω το δημοτικό τραγούδι στο επίκεντρο της σημερινής ποιητικής τέχνης, αλλά και να δώσω μια μορφή που ταιριάζει καλλίτερα στον ρυθμό της ψυχής μου.
 Το ποιητικό αυτό ύφος με βοηθά ν΄ αναστήσω βιώματα που σημάδεψαν το πνεύμα μου από την πρώτη νεότητά μου-στην Κρήτη-και μ’ ακολούθησαν οπουδήποτε κι αν μ’ έσπρωξε η δίψα μου για την γνώση και το ανθρώπινο επιχείρημα. Έτσι, να χρησιμοποιήσω το δημοτικό τραγούδι σε μορφή κατάλληλη να εκφρασθεί ένας αμιγής φιλοσοφικός προβληματισμός δεν ήταν πια για μένα ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα.
 Τα στοιχεία της δημοτικής μας παράδοσης δεσπόζουν πάντα στο πνεύμα μου επισημαίνοντας ένα είδος ζωής λιγότερο αλλοτριωμένης, λιγότερο απάνθρωπης και περισσότερο ηρωικής. Τούτο αποκτά ιδιαίτερη σημασία με την σημερινή ανάγκη θεμελίωσης των ανθρώπινων σχέσεων σε νέα σχήματα ζωής όπου ο άνθρωπος θα βιώνει την αμεσότητα της ανθρωπιάς του και θ΄ αναπτύσσεται σε άξονες που θέτουν το ουσιαστικό και το αληθινό στην βάση κάθε επιλογής του.
Είναι αλήθεια πως ο μεγάλος συντοπίτης μου Νίκος Καζαντζάκης σχεδίασε ένα Ακριτικό έπος. Ο χρόνος όμως δεν του επέτρεψε να το πραγματοποιήσει.
Ελπίζω ότι ο χρόνος θα μου επιτρέψει να ολοκληρώσω την σύνθεση ετούτη όπως την συνέλαβα, και να σταθώ με δικαιοσύνη στις κρίσιμες καμπές του πνεύματος ατενίζοντάς τις με το σίγουρο βλέμμα μιας προσωπικής μου θεωρητικής σύνθεσης για τον άνθρωπο και την σχέση του με τον κόσμο, την ζωή και την αλήθεια».
 
 Ο ΑΚΡΙΤΑΣ , είναι ένα πολλών χιλιάδων στίχων    και αδημοσίευτο   –εκτός από μερικά αποσπάσματα — επικό  ποιήμα του Μανώλη Μαρκάκη· ενός ποιήματος, «που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί: Το έπος του Ελληνικού πνεύματος».
Εύχομαι και ελπίζω  ο  χρόνος και οι χαλεποί καιροί  να βοηθήσουν ο ΑΚΡΙΤΑΣ του Μανώλη Μαρκάκη  να δει  το φως της δημοσιότητας  στο σύνολό του, όπως πολύ  το ήθελε  αλλά  τον πρόλαβε ο τερματισμός της γήινης διαδρομής του.
Με  σεβασμό στη μνήμη του.                                                          
                           Κλειώ Λούμου-Μαρκάκη
 
Αντίλαλος 5/5/2015
 
 
                « O ΑΚΡΙΤΑΣ»
 
………………………………………..
         Ο Όμηρος στον Διγενή
«Χαρά Ελένη  της ζωής  το άχραντο μεθύσι
μαντάτο μέγα ακουμπώ στην τσόχινη ποδιά σου
τα λαύρα  μάτια  σου κρατούν  την σιγουριά  τσ’  Ελλάδας».
.......................................................................
«Παιδιά,  η Ελλάδα φάνηκε,την έφερε η Ελένη
γλυκειά  μου στην παλάμη σου Ελλάδα παραδίδω
να την κρατήσουμε αγκαλιά  μη σβύσει και χαθούμε».  
............................................................................
« Γιέ μου, καλή πατρίδα, στο νησί σε καρτερά γυναίκα
γενναία, μακρυά μαλλιά, δεμένα στο μαντήλι
κι είναι Ελλάδα ο γυρισμός, Ελλάδα η θεία μέρα
 γυναίκα, γιο και σπιτικό στην αγκαλιά να σφίξεις.
 Δαίμονες, Σκύλες, Χάρυβδες, ψυχή, σκαρί π' αντέχει
 αχός γλυκύς το πρωινό, θροΐζει το λιοστάσι» .
.................................................
……………………………………………….
 
 
«Χαρά Ἑλένη  τῆς ζωῆς  τό ἄχραντο μεθύσι
μαντάτο μέγα ἀκουμπῶ στήν τσόχινη ποδιά σου
τα λαύρα  μάτια  σου κρατοῦν  τήν σιγουριά  τσ’  Ἑλλάδας».
.......................................................................
«Παιδιά,  ἡ Ἑλλάδα φάνηκε,τήν ἔφερε ἡ Ἑλένη
γλυκειά  μου στήν παλάμη σου Ἑλλάδα παραδίδω
νά τήν κρατήσουμε ἀγκαλιά  μή σβύσει καί χαθοῦμε».  
............................................................................
« Γιέ μου, καλ πατρίδα, στό νησί σ καρτερ γυναίκα
γενναία, μακρυ μαλλιά, δεμένα στ μαντήλι
κι εναι λλάδα γυρισμός, λλάδα θεία μέρα
 γυναίκα, γι κα σπιτικ στν γκαλι ν σφίξεις.
 Δαίμονες, Σκύλες, Χάρυβδες, ψυχή, σκαρ π' ντέχει
 χς γλυκς τ πρωινό, θροΐζει τ λιοστάσι» .
.................................................
Μανώλης Μαρκάκης (Απόσπασμα από το υπό έκδοση  έπος του «Ο ΑΚΡΙΤΑΣ»
 
…………………………………………………………
-«Θωρεί την Κρήτη να γεννά και ν’ ανασταίνει μνήμες
και να προγκά στην ερημιά τ’ ανέραστου πελάγου
κι όλο τον κόσμο στο ταψί,τα τέσσερα σημεία
που ξεκινούσε ο άνθρωπος με τους Θεούς στο χέρι
μαύρους ή  άσπρους ή ωχρούς μ’ αγριεμένα μάτια
αναζητώντας τον σκοπό στο πύρινο γιοφύρι.
Πού παν,ρωτά ο Διγενής,κι αντιζυγά το χρέος,
Γλυκύς ο πόνος της ψυχής,θρασά του νου τα γένια,
Θεοί γυρεύουν πόλεμο ν’αρμόσουνε την τάξη.
Μουγκρίζει ο νους μες στους δρυμούς, στα σκοτεινά κελλάρια,
Κίνδυνο ανεμίζεται μεγάλο να πλακώνει
Μαντρώνοντας τη λευτεριά,πατώντας την ελπίδα,
Τον άνθρωπο αφήνοντας σφαχτάρι του καιρού του.
Βαρειά εγένη η ψυχή,λαβώθηκε το σώμα,
Χάθηκε η ανάμνηση πως ήρθαμε τη νύχτα.
Βρυχάται ο αγέρας το πρωι,τα νέφαλα πληθαίνουν
Και δεν προγκά ο ουρανός το είναι του ανθρώπου.
Όμπρός,αδέρφια,όρθιοι,σαλπάρουμε στο κύμα
Πατρίδα να γυρέψουμε,ένα δικό μας ήλιο
Που να αστράφτει την αυγή,να λυώνει μες το γιόμα
Και να προγκίζει τη νυχτιά,πριν έρθει και πλακώσει.
Μαζί σας πάρετε άρματα,φυλάχτε τις κασσέλες
Που κρύβουνε τους θησαυρούς απ’ τη μεγάλην ώρα,
Καλό’ ναι, αδέρφια,το φευγιό,καλό ναι το ταξίδι,
Τα σύνορα να φτάσουμε,να σκίσουμε τη νύχτα
Και να γροικήσουμε της γης το μέγα μοιρολόι»
……………………………………….
«-Ακρίτα μου πώς άσπρισαν, πώς βούλιαξαν τα μάτια
λάμπει φαρδύ το μέτωπο με τη μεγάλη ιδέα
ο χρόνος στραφτοβόλησε στο κύμα των μαλλιών σου
που ψάρηναν στις  αστραπές, που πέσανε στον ήλιο
στα φρένα σου λαμποκοπά πελώρια η Ελένη,
λούζεται η  Κρήτη στο νερό, σμιλεύεται στο κύμα
οι κάμποι της, τ' αμπέλια της, τα ξέφραγα ρουμάνια
ν’ είσαι έτοιμος να φύγουμε για τα βαθειά πελάγη.
Ωχού   Ακρίτα μου ο νους που σε κρατά στο χώμα
η Έλενη όμως σε καλεί για να ξαναπλωρίσεις.
Ο χάρος δε σε λύγισε στα πέτρινα τ' αλώνια
του Ψηλορείτη τις κορφές που σε αντροκαλούσε ,
ήταν τραχύ το πάλεμα, κι ήταν βαρειά τα ζάλα
έτρεμε η Κρήτη απ' τους βυθούς και θόλωνε ο αγέρας
τα χείλη,  ο Γεροπόταμος ξέχειλος σ’     ακουμπούσε
 δροσιά απ’ το κρούσταλλο νερό που έτρεχε στον κάμπο,
φράζαν  το ψυχοπάλεμα ριζίτικα τραγούδια
βοσκοί γεμίζαν τις πλαγιές με τις ασκομαντούρες
δεν πρόδωσες την φύτρα σου, δεν ντρόπιασες την Κρήτη
 ω Διγενή που μάχεσαι και σπρώχνεις την   Ελλάδα
να βρει τον ήλιο στον γκρεμό, ν' αρπάξει το πεζούλι
να μη χαθεί, να μη χαθείς στα όρια του καιρού σου.
Καράβι ας αρμόσουμε απ' του δρυμού τα ξύλα
να σκίσουμε τις θάλασσες, να σπάσουμε το χρόνο
να φτάσουμε όπου ο άνθρωπος δεν γίνεται να φτάσει
να δούμε αυτό που δεν μπορούν να δουν ανθρώπου μάτια
το μέγα τούτο μυστικό, το νόημα του κόσμου:
 εγώ κι εσύ κι ο θάνατος κι η Κρήτη είμαστε έναι».
…………………………………………………….
(Αποσπάσματα )
Στο ποίημα παρουσιάζεται ένα πραγματικό πανόραμα στιγμών, όπως συμπυκνώνονται στην πνευματική συνείδηση των φορέων του, ιδωμένες κάτω από το πρίσμα μίας αυθεντικής φιλοσοφικής σύνθεσης για τον άνθρωπο και τη σχέση του με τον κόσμο, τη ζωή και την αλήθεια.
 Ο  Μανώλης Μαρκάκης τη χειρόγραφη «Εισαγωγή –Πρόλογο»    του ΑΚΡΙΤΑ επιγράφει «ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΕΝΟΣ ΕΠΟΥΣ» σε μονοτονική γραφή παρ’όλο που υποστήριζε με πάθος και χρησιμοποιούσε την πολυτονική  στα βιβλλια-δημοσιρύσεις και γραπτά του.
Η  «Εισαγωγή –Πρόλογος» του ΑΚΡΙΤΑ, είναι ένα  ξεδίπλωμα  σκέψεων και συναισθημάτων  του,   που τον κυοφόρησαν.
 «Δεν ξέρω ακόμη πώς άρχισα να συνθέτω το έπος του ΑΚΡΙΤΑ.
Ήταν άραγε η λαχτάρα μου να πάρω τον ήρωα του Ελληνικού Βυζαντίου που για αιώνες συγκρατούσε την φριχτή προέλαση της Ασίας και να τον θέσω στα σύνορα του συγκαιρινού προβληματισμού μας αλλά και των προβληματισμών όλων των καιρών; Ασφαλώς το πνεύμα απειλήθηκε και απειλείται από δυνάμεις που το αρνούνται ή προσπάθησαν να το αρνηθούν.
Ήταν άραγε ο αγώνας μου, μέσα στον Ακρίτα, να δώσω μορφή σε απόλυτα προσωπικά μου βιώματα που συγκεντρώθηκαν μέσα μου στην πορεία του χρόνου κι ακολουθώντας τα ίχνη του ιστορικού πνεύματος;
 Ίσως και τα δύο ετούτα.
Ήξερα όμως ότι άρχισα να συνθέτω ένα απόλυτο προσωπικό έργο μου.
Προσπάθησα να βάλω τάξη στα βιώματα της ψυχής μου που αρδεύτηκαν μέσα στον χρόνο και στις περιπαθείς εμπειρίες μου με τις παγκόσμιες θρησκείες, τα φιλοσοφικά συστήματα και τα ιστορικά γεγονότα. Ο Ακρίτας μεταφέρει την δόνηση του ελληνικού πνεύματος αλλά και κάθε πνεύματος που ανδρώθηκε ύστερα από αυτό, στις περιοχές των άκρων όπου ο άνθρωπος τάσσεται να βιώσει το χάος, τον κίνδυνο και την μοναξιά του χωρίς κατάληξη, ούτε και δυνατότητα διαφυγής.
Αν συνθέτω το έπος του Ακρίτα σε δεκαπεντασύλλαβο δεν είναι μόνο για να φέρω το δημοτικό τραγούδι στο επίκεντρο της σημερινής ποιητικής τέχνης, αλλά και να δώσω μια μορφή που ταιριάζει καλλίτερα στον ρυθμό της ψυχής μου.
 Το ποιητικό αυτό ύφος με βοηθά ν΄ αναστήσω βιώματα που σημάδεψαν το πνεύμα μου από την πρώτη νεότητά μου-στην Κρήτη-και μ’ ακολούθησαν οπουδήποτε κι αν μ’ έσπρωξε η δίψα μου για την γνώση και το ανθρώπινο επιχείρημα. Έτσι, να χρησιμοποιήσω το δημοτικό τραγούδι σε μορφή κατάλληλη να εκφρασθεί ένας αμιγής φιλοσοφικός προβληματισμός δεν ήταν πια για μένα ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα.
 Τα στοιχεία της δημοτικής μας παράδοσης δεσπόζουν πάντα στο πνεύμα μου επισημαίνοντας ένα είδος ζωής λιγότερο αλλοτριωμένης, λιγότερο απάνθρωπης και περισσότερο ηρωικής. Τούτο αποκτά ιδιαίτερη σημασία με την σημερινή ανάγκη θεμελίωσης των ανθρώπινων σχέσεων σε νέα σχήματα ζωής όπου ο άνθρωπος θα βιώνει την αμεσότητα της ανθρωπιάς του και θ΄ αναπτύσσεται σε άξονες που θέτουν το ουσιαστικό και το αληθινό στην βάση κάθε επιλογής του.
Είναι αλήθεια πως ο μεγάλος συντοπίτης μου Νίκος Καζαντζάκης σχεδίασε ένα Ακριτικό έπος. Ο χρόνος όμως δεν του επέτρεψε να το πραγματοποιήσει.
Ελπίζω ότι ο χρόνος θα μου επιτρέψει να ολοκληρώσω την σύνθεση ετούτη όπως την συνέλαβα, και να σταθώ με δικαιοσύνη στις κρίσιμες καμπές του πνεύματος ατενίζοντάς τις με το σίγουρο βλέμμα μιας προσωπικής μου θεωρητικής σύνθεσης για τον άνθρωπο και την σχέση του με τον κόσμο, την ζωή και την αλήθεια».
 
 Ο ΑΚΡΙΤΑΣ , είναι ένα πολλών χιλιάδων στίχων    και αδημοσίευτο   –εκτός από μερικά αποσπάσματα — επικό  ποιήμα του Μανώλη Μαρκάκη· ενός ποιήματος, «που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί: Το έπος του Ελληνικού πνεύματος».
Εύχομαι και ελπίζω  ο  χρόνος και οι χαλεποί καιροί  να βοηθήσουν ο ΑΚΡΙΤΑΣ του Μανώλη Μαρκάκη  να δει  το φως της δημοσιότητας  στο σύνολό του, όπως πολύ  το ήθελε  αλλά  τον πρόλαβε ο τερματισμός της γήινης διαδρομής του.
Με  σεβασμό στη μνήμη του.                                                          
                           Κλειώ Λούμου-Μαρκάκη
 
Αντίλαλος 5/5/2015
 
 
 
 
 
      ΣΤΗΝ ΓΥΝΑΙΚΑ   
 
                 ΕΙΣΑΙ το τραύμα της αιωνιότητας στην έκταση του πεπερασμένου, που διατηρεί κάτι από τον εαυτό της ως θεματοφύλακας της απώτερης μεταμόρφωσης. Πριν από την ιστορία, κραδαίνεις την ρομφαία της βεβαιότητας του γένους των ανθρώπων, για να βυθίσει τις ρίζες του στις πέτρες και στα χώματα, για να σταθεί όρθιος στην παγερή ανάσα των σπηλαίων. Μεταβάλλεις την φύση σε ύπαρξη, πριν καν εμφανισθεί ως ιστορία, στις ωδίνες και στην μοναξιά ή στο δέος της νύχτας, ως νύξης μίας απέραντης τρυφερότητας.
                 Είσαι ο νόμος της αιωνιότητας στις παρυφές της φύσης που ανασχηματίζεται για να ιδρύσει το ιστορικό, μεταβολίζοντας την δίψα για ύπαρξη σε λαχτάρα της ελευθερίας. Κραυγή στο χάος γιομάτη απελπισία και τραγική απερίγραπτα, στην ματωμένη θέα του αδελφοκτόνου της Γένεσης, ως ύβρις στην εξέλιξη του παγκόσμιου δράματος· μια κραυγή χωρίς το αίτημα της κάθαρσης, αλλά ωστόσο βαθιά συγκλονιστική, που αξιώνει την ευθύνη του αιώνα.
Είσαι στον χρόνο που αυτομεταβολίζεται σε καιρό, για να καρφώσει τα νύχια του στις αδρές επιφάνειες του όντος και να κηρύξει την εξέγερσή του για την τελεολογία την έσχατη. Η περιφορά σου στον επιτάφιό της ενταφιαζόμενης φύσης με υψωμένα σε σχήμα τριγωνικό τα χέρια σου, σε κάνει να ταυτίζεσαι με το επιθαλαμιο μίας ακατανίκητης προσδοκίας.
Κυριαρχία αναμφισβήτητη στα υψίπεδα της ιστορίας, μάχεσαι να εγκαθιδρύσεις την ενότητα στα κατασπαρμένα επιτεύγματα, μια συνείδηση ενιαία στο μερικό και στο φθαρτό, στο μεταβαλλόμενο και στο επερχόμενο. Ανεμίζεις στα διάσελα του πεπερασμένου με το αιώνιο, έχοντας προσηλώσει τα βλέμματά σου και στα δυό, για ν' αναγγειλλεις το μήνυμα της έσχατης μεταμόρφωσης. Ενσαρκώνεις την εντελέχεια στον αγώνα με το καθημερινό, κυοφορώντας το σπέρμα του αναπόδραστου.
Είσαι η μετουσίωση του άλγους σε ιαχή νικητήρια, όταν ο αγώνας ζυγίζει περισσότερο από την επίτευξη του ταγμένου επάθλου. Συμπορεύεσαι στην πολιτική βούληση, στα πολεμικά σχέδια των ηγητόρων ή των ξωμάχων ως στήριγμα για το πάτριο. Όψεις του κόσμου αρίφνητες ν' αναπηδούν στο βλέμμα σου, συλλήψεις κοσμοπλαστικές, πριν τις μεταγγίσεις στην βούληση των πρωτουργών. Φέρνεις την φύση και τον νόμο της, τον ρυθμό των συμπαντικών κύκλων, και την νύξη της επιστροφής σε εστία ιερή, για να οριοθετήσεις το παν.
— Αγαπημένη! Χαράσσω τ' όνομά σου στις πέτρες και στα χώματα, στους γιαλούς και στις παρειές των σπηλαίων, στις μαρμαρυγές των ξιφών που παρασύρουν για το επίτευγμα, στην ποίηση και στο δράμα, στην τέχνη και στην επιστημοσύνη. Σ' αναζητώ στο σκότος, για ν' αποδώσω την οφειλή μου. Κραυγή της θέμιδας που διαφεντεύει το αστρικό χάος και το χάος της ψυχής μου, επιτάσσοντας την ευγνώμονη πράξη στην τρυφερότητα που εκκολάπτει το άθλημα. Μητέρα των επιγόνων και της πνευματικής καρποφορίας, κοντά στην γη, πυροστιά του σύμπαντος που θρέφει την κρίσιμη σύλληψη. Κι επιστρέφω σε σένα ύστερα από κάθε περιπλάνηση, για ν' άφυπνήσεις μέσα μου το αίσθημα και το συναίσθημα, για να ήνιοχήσεις το φλεγόμενο άρμα μου προς την έσχατη επίτευξη, όταν ο μίτος σου καθιστά πραγματική την λυτρωτική μου έξοδο από δαιδάλους απόρθητους.
Είσαι η κραυγή των εκπορθημένων πολιτειών, οι Κασσάνδρες της Τροίας και της Καρχηδόνας, το σημείο όπου διασταυρώνονται οι λαοί, διαφυλάσσοντας την ανθρώπινη ευγένεια.
Είσαι η ευγένεια της φύσης, και στην ωραιότητά σου αναγνωρίζω το κατώφλι της υπέρβασης. Το άγγιγμά σου αφυπνίζει κόσμους εντός μου, και βγαίνει στο φως το αίτημα της ενότητας. Η μάνα που χτυπά με τις παλάμες τα χώματα θρηνοδώντας για τον σκοτωμένο, ενσαρκώνει μια έμπλεη τραγικότητας και αφάνταστα συγκλονιστική ετυμηγορία για τον Θεό που κινδυνεύει. Είσαι η βεβαιότητα του προσδοκώμενου και του επερχόμενου. Στην κλήση σου, το επερχόμενο γίνεται πραγματικό ως παρουσία, είσαι η έσχατη προσδοκία των κεκοιμημένων για την σκοπιμότητα του ιστορικού δράματος.
Αρμόζοντας με τα χείλη σου τον ήχο σε λέξη, στην πρώτη λέξη: ελευθερία, καταθέτεις στην φύση το κέλευσμα της ιστορίας· μια πράξη το ίδιο σημαντική με την γέννα ή την υπόκωφη διαμαρτυρία σου για την χρονικότητα του κόσμου στο στερέωμα του Θεού. Ζητώντας του τον λόγο για τον θάνατο, που τον ιδιοποιείσαι όσο κανένα άλλο δημιούργημα, του ζητάς τον λόγο και για την ζωή.
-Ποιά είναι η αλήθεια, ερωτάς την θεότητα· κραυγή αυθεντική που μόνο εσύ έχεις το δικαίωμα να διατυπώσεις.
-Με ρώτησε ο γιος μου στη φρικώδη σταύρωσή του, χωρίς να του αποκριθώ: ο κίνδυνος.
Ο κίνδυνος που ενοράσαι και βιώνεις και τον δέχεσαι υπερήφανα στην αφάνταστη γλυκύτητα της θαλπωρής σου.
Άκρίτισα του χάους, που ακολουθείς τον θεοποιημένο άνθρωπο ή τον ενανθρωπισμένο Θεό, ν' ανηφορίζει στα επουράνια στεφανωμένος με δάφνες και μουσικές επινίκιες. Είσαι η πληγή στο αμεγεθός της αιωνιότητας απ' όπου αποσπάσθηκε το πεπερασμένο, για να επιστρέψει στον καιρό τον ερχόμενο το μυστικότερο νόημα ενός γυρισμού στα θεσπίσματα μίας ασύλληπτης τελεολογίας που κατακτάται στην σφαίρα του ιστορικού.
Στην γύμνια σου, στις αστραπές των νεφελών, αντιφεγγίζουν οι αναλογίες της πιο υψηλής ποίησης, ως υπέρβασης της κοινότητας με την φύση, μια αίσθηση απίστευτης περιπάθειας στα ενδότερα της ουσίας.
Από σένα αρχίζει η σιωπή.
 
 
  ΜΑΝΩΛΗΣ  ΜΑΡΚΑΚΗΣ (1942-2001)
                                  «ΑΓΡΑΜΠΕΛΗ»  σελ. 9
 
Σημειώσεις:
1. Η παραχώρηση και η μετατροπή του σε πολυτονικό πραγματοποιήθηκε από την αδελφή του κ. Κλειώ Λούμου-Μαρκάκη
         2.  Συγγράμματα του Μανώλη Μαρκάκη  βρίσκονται στη Βιβλιοθήκη του Δήμου Μοιρών, Βικελαία  και σε πλήθος άλλες Δημόσιες  και Δημοτικές Βιβλιοθήκες  της Ελλάδας και του Εξωτερικού. 
 Αντίλαλος 2/3/010
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,

 
 
‘’’’’’’’’’’’’’’’’’
Το τραγούδι της άνοιξης
 
Καμπάνες θείες του ουρανού, της Άνοιξης, στον όρθρο
 βήματα άγια ακολουθούν στην πλάση στην ψυχή μου
 βροχής σταγόνες οι στερνές στις φυλλωσιές, στα πεύκα
 και ιριδίζουνε στο φως του ήλιου, στον αγέρα
 υγρές ανοίγουν στα φυλλώματα του νου οι λαμπηδόνες
 και ευλογούνε τα βουνά, την θάλασσα, τον κάμπο
 την πολιτεία του Θεού στο αλύτρωτο μεθύσι.
 
Δριμείς οι φθόγγοι του ουρανού ψηλά χελιδονίζουν
η καρδερίνα, ο ερωδιός, οι πελαργοί που φθάνουν
 πάνω στην ώρα από το νοτιά, τ' αηδόνι, το τριζόνι
 κι ανθοβολούν οι ρεματιές, σκάει βαθιά το χώμα
 κυκλάμινα, χαμόμηλα, θυμάρια, παπαρούνες
 μοσκοβολούν οι αρετές, καρδιά μου αστραπομάτα
κρουστοί να δένουν οι καρποί, σπαρτά, οι αμπελώνες
 δάκρυ καφτό στα μάγουλα Θεού που καμαρώνει
 την άλλη πλάση της ψυχής, την άλλη αιωνιότη.
 
Καρδιά του κόσμου αντιχτυπά στο στέρνο και ματώνει
 και να θαμπώνουν οι γιαλοί, οι λίμνες, τα ποτάμια
στο άγιο φως, στην άγια αυγή, στο θείο μεσημέρι.
Χτυπά φτερό ο άνεμος, χτυπά φτερό ο νους μου
 χρυσό πανέρι η Αγαπώ, καρπούς, χυμούς, λουλούδια
 μου αποθέτει στην ψυχή, έρωτα το μεθύσι
η θεία τάξη στέρεη στον κόσμο να πατήσει.
 
Του Λόγου θραύσματα κρουστά αιθέρες σεργιανούνε
 νόμο της γης αναζητούν, χυμούς ζωής να θρέψουν
 πραγματικό να γίνεται το θείο στην ευχή μου ,
νύξεις γλυκειές της Αγαπώ στον ουρανό ξαμώνουν
 στην πυροστιά και στον παστό ριζώνει το αιώνιο
το κουβαλούνε τα πουλιά στην φτέρουγα απ' το νότο
 ξεχειμωνιάζει ο βοριάς, κελάηδισμα που κρούει
ζωής τις πύλες, στον λευκό Νυμφώνα του Κυρίου
είναι Μεγάλη Παρασκή μοσκοβολά η Κρήτη
μηνόντας την Ανάσταση, το άρρεν και το θήλυ
μοναχογιό να σπαρταρά και μοσχοθυγατέρα
ν΄ απλώνει χέρια τρυφερά στης μάνας της το στήθος.
              Μανώλης Μαρκάκης (1942-2001)
               «Το Τραγούδι της Βροχής» σελ. 22
Σημειώσεις:
1. Η παραχώρηση και η μετατροπή του σε πολυτονικό πραγματοποιήθηκε από την αδελφή του κ. Κλειώ Λούμου-Μαρκάκη
         2.  Συγγράμματα του Μανώλη Μαρκάκη  βρίσκονται στη Βιβλιοθήκη του Δήμου Μοιρών, Βικελαία  και σε πλήθος άλλες Δημόσιες  και Δημοτικές Βιβλιοθήκες  της Ελλάδας και του Εξωτερικού.  
                    Αντίλαλος  16/3/2010
,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,,
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου